Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΑΣΥΛΟ


Υπάρχει μια θεσμική νομοθετική ρύθμιση που προσπαθεί να παρουσιάσει τους χώρους σπουδών ως αποστειρωμένους από τις επεμβάσεις του κράτους και των μηχανισμών του, ώστε να γίνεται «ελεύθερα η διακίνηση ιδεών και να προστατεύεται η έρευνα και η διδασκαλία από αυθαίρετες επεμβάσεις της Πολιτείας».


Έτσι, σύμφωνα με αυτή τη ρύθμιση δεν είναι δυνατό να επέμβουν ή να παραβρίσκονται οι μηχανισμοί του κράτους ή μέλη αυτών των μηχανισμών στους πανεπιστημιακούς χώρους. Εννοείται πως αυτό αφορά τις ένστολες ή συγκαλυμμένες (undercover) κατασταλτικές δυνάμεις.

Για ένα δημοκράτη, αμεσοδημοκράτη, αριστερό ή κομμουνιστή αυτή η διατύπωση γίνεται το ευαγγέλιο της υποστήριξης δικαιωμάτων.

Έτσι, στη βάση της αρχής της υπεράσπισης της δημοκρατίας, η κατάληψη ενός πανεπιστημιακού χώρου είναι μια πράξη θεμιτή. Αρκεί να υπάρχει σεβασμός στο χώρο και να τηρούνται οι κανόνες που ορίζει το ίδρυμα, λένε διάφοροι. (Αυτό βέβαια έχει οδηγήσει τη φοιτητική «νομενκλατούρα» να καταφεύγει σε κάποιες κατ’ επίφαση καταλήψεις, οι οποίες στην πράξη είναι ...παραστάσεις [από το παρίσταμαι =δίνω το παρόν] σε κάποιους χώρους, ή παραμονές για διανυκτέρευση ή διημέρευση χωρίς να διαταράσσεται το πνεύμα ή η λειτουργία του χώρου και των τμημάτων εκ- παίδευσης).

ΟΙ ΤΣΙΓΓΑΝΟΙ


«Είμαστε κύματα που η ηρεμία τους είναι η ανυπαρξία»


Άνθρωποι περιπλανώμενοι, κατατρεγμένοι στο πέρασμα των αιώνων από το κράτος, αντιμέτωποι με έναν διάχυτο κοινωνικό ρατσισμό και αποκλεισμό. Αυτοί είναι οι τσιγγάνοι. Κινούμενοι, διαχρονικά και άναρχα, πάνω στη λεπτή γραμμή της διατήρησης της παράδοσής τους και των εθίμων τους και των προσπαθειών αφομοίωσής τους (ή ακόμη και καταστολή τους). Αυτή η πορεία, τους έφερε στο «περιθώριο» της ιστορίας.

Πόσο συχνά, άραγε, φέρνουμε στη μνήμη μας ότι 500.000-600.000 τσιγγάνοι σφαγιάστηκαν από τα στρατεύματα του Χίτλερ κατά τη διάρκεια της ναζιστικής περιόδου; Και εδώ, όμως, η επιλεκτικότητα δεν είναι τυχαία. «Θα πρέπει δε να σημειώσουμε ότι η γενοκτονία αυτή είναι σχετικά άγνωστη, σε σύγκριση τουλάχιστον με το ολοκαύτωμα των Εβραίων, κάτι που δεν είναι ανεξάρτητο από την απουσία πολιτικής οργάνωσης (κρατικού ή άλλου τύπου) στους τσιγγάνους, αλλά και την εν γένει επιφυλακτική έως αρνητική στάση της υπόλοιπης κοινωνίας απέναντί τους».1

Η προέλευση

Τα όποια στοιχεία για την προέλευση των τσιγγάνων προέρχονται από τη μελέτη της γλώσσας τους (της ρομανί). Αυτή παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με ορισμένες ινδικές γλώσσες. Ξεκινώντας, λοιπόν, από την Ινδία, οι τσιγγάνοι κατευθύνονται στην Περσία (εμφανίζονται γύρω στον 9ο αιώνα μ.Χ.) και από εκεί στην Αρμενία, όπου και παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και σταδιακά περνούν στα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αυτή η μετακίνηση πιθανόν να οφείλεται σε επιθέσεις των Σελτζούκων Τούρκων στα αρμένικα εδάφη, οι οποίες προκάλεσαν πληθυσμιακές ανακατατάξεις. Από εκεί, διασπείρονται αρχικά σε εδάφη της βαλκανικής χερσονήσου και της νοτιοανατολικής Ευρώπης.