Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Ο κοινωνικός αγωνιστής Μαρίνος Αντύπας


ΖΩΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ

Ο Μαρίνος Αντύπας, γιος του Σπύρου Αντύπα, μαραγκού, γλύπτη και τεχνίτη μαρμάρου, και της Αγγελίνας Κλαδά, γεννιέται το 1872 στα Φε-ρεντινάτα, ένα μικρό ορεινό χωριό της περιοχής Πυλάρου στην Κεφαλλονιά. Η πολυμελής οικογένειά τους (λέγεται ότι από τα πολλά παιδιά της οικογένειας επιζούν μόνο ο Μαρίνος και δύο μικρότερα αδέλφια του, ο Μπάμπης ή Μπαούτας και η Αδελαΐδα) περνά μια μετρημένη και δύσκολη ζωή, καθώς φαίνεται ότι δεν σχετίζεται παρά το κοινό της επώνυμο με τις παλιές εύπορες οικογένειες της περιοχής. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, και σε αναζήτηση καλύτερης τύχης, σύντομα εγκαθίσταται στην πρωτεύουσα της Κεφαλλονιάς, το Αργοστόλι.

Εκεί, κατά τη σχολική χρονιά 1882-83, ο μικρός Μαρίνος εγγράφεται στο ελληνικό σχολείο, το σχολαρχείο, και μετέπειτα παρακολουθεί το γυ-μνάσιο, απ’ όπου και αποφοιτά τον Ιούνη του 1890 με εξαίρετες επιδόσεις και διαγωγή «αξιέπαινη». Σα μαθητής ακόμη, έρχεται σ’ επαφή με τη ριζοσπαστική παράδοση του τόπου του· παρά το ότι εκείνα τα χρόνια το προοδευτικό κίνημα του νησιού ατονεί, οι ιδεολογικές καταβολές του ριζοσπαστικού ενωτικού κόμματος της Κεφαλλονιάς στιγματίζουν τη σκέψη και διαποτίζουν μια για πάντα την ιδεολογία του Αντύπα.

Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1890, βρίσκεται στην Αθήνα για να σπουδάσει στη Νομική Σχολή, χωρίς ποτέ, τελικά, να κατορθώσει να αποπερατώσει τις σπουδές του και να πάρει το πτυχίο του νομικού. Τότε είναι που για πρώτη φορά γνωρίζεται με προοδευτικούς κύκλους και το σο-σιαλιστικό ρεύμα της εποχής.

ΚΙΛΕΛΕΡ, 6 Μαρτίου 1910


Η κατάσταση στη Θεσσαλία από το 1881 έως το 1909

Μέχρι το 1881 η Θεσσαλία βρισκόταν κάτω από την Τουρκική κυριαρχία. Τη χρονιά αυτή γίνεται η προσάρτηση της από το Ελληνικό κράτος. Όμως, ο ελληνικός στρατός δεν μπήκε σαν ελευθερωτής. Την ελευθερία την ένιωσαν πεντακόσιοι νοματαίοι, οι πλούσιοι, οι ιδιοκτήτες, οι νοικοκυραίοι. Ο υπόλοιπος κόσμος το μόνο που είδε να γίνεται ήταν πως το τουρκικό μπαϊράκι αντικαταστάθηκε από το ελληνικό και οι Τούρκοι στρατιώτες από τους Έλληνες. Οι αγροτοδούλοι της Θεσσαλίας τα ίδια και χειρότερα. Γι’ αυτούς δεν πάρθηκε καμιά πρόνοια. Αντίθετα βγήκαν διαταγές που προστάτευαν τους ιδιοκτήτες «από πάσαν παράνομον ενέργειαν των αγροληπτών…». Αστυνομία, στρατός, δικαστές, μπήκαν στην υπηρεσία των τσιφλικάδων, που όχι μόνο βάσιζαν την ιδιοκτησία τους στην κλεψιά και την αρπαγή αλλά και στους τούρκικους τίτλους που είχαν αποκτήσει σαν αποτέλεσμα των νιτερέσων με τους μπέηδες.

Είχαν πετύχει μάλιστα στην ελληνοτουρκική συνθήκη προσάρτησης της Θεσσαλίας να υπάρχει ειδική μνεία (το αρθρ. 3) που απαγόρευε την απαλλοτρίωση μεγάλων αγροκτημάτων. Στηριγμένοι και σ’ αυτή τη διάταξη, όχι μόνο δεν δεχόντουσαν κουβέντα για απαλλοτρίωση, αλλά ούτε και για στοιχειώδη καλυτέρευση των συνθηκών ζωής των κολίγων.

Στο Ζάρκο έχουν συμβεί συνταρακτικά γεγονότα. Εκεί η πείνα και η δυστυχία ξεπερνά κάθε άλλη περιοχή. Ο επιστάτης του τσιφλικιού είναι ένας αιμοβόρος σατράπης. Θέλουν να διαμαρτυρηθούν οι δυστυχισμένοι κολίγοι αυτού του χωριού, αλλά πληρώνουν πολύ ακριβά αυτή τους τη στάση. Έρχεται στρατός στο χωριό και αρχίζει τους ξυλοδαρμούς, βρίζοντας τους κολίγους «τουρκοσπέρματα».